Μία στα ουκρανικά
Μετάφραση: μία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
один, кожний, одна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μία
μία ζάρινγκ, μία ζωή χωρίς άγχος» του louise l. hay, μια πόλη μια ομάδα. η ομάδα μου, μία η άνοιξη στίχοι, μία κρήτη, μία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μήνυμα στα ουκρανικά - зіпсувати, псувати, напсувати, нелад, їдальня, повідомлення, допис, ...
- μήτρα στα ουκρανικά - матка, жіночний, матриця, матрица, таблиця
- μίασμα στα ουκρανικά - осквернення, контамінація, псування, плюндрування, міазми
- μίγμα στα ουκρανικά - суміш, амальгама, рукавиці
Τυχαίες λέξεις
Μία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: один, кожний, одна
Μεταφράσεις: один, кожний, одна