Μεστός στα ουκρανικά

Μετάφραση: μεστός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рясний, повен, вільний, нагноєння, програвати, багатий, огрядний, повний, дозрівання, короткий, стислий
Μεστός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεστός

μεστός βικιλεξικο, μεστός ετυμολογία, μεστός αντωνυμο, μεστός σημαίνει, μεστός συνώνυμα, μεστός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μεστός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μεσολάβηση στα ουκρανικά - втрутитися, перехватити, посередництво
  • μεσοφόρι στα ουκρανικά - дівчина, юбка, ряса, спідниця, дівча, юнка, нижня спідниця
  • μεστώνω στα ουκρανικά - дозрівання, нагноєння, спілий, готовий, дозрілий, достиглий, зрілий, ...
  • μετά στα ουκρανικά - за, по, тоді, наступний, після, знову, згодом, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεστός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рясний, повен, вільний, нагноєння, програвати, багатий, огрядний, повний, дозрівання, короткий, стислий