Μνησίκακος στα ουκρανικά
Μετάφραση: μνησίκακος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
каральний, захисти, ображений, скривджений, скривджена
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μνησίκακος
μνησίκακος ορισμος, μνησίκακοσ σημαίνει, μνησίκακος λεξικό, μνησίκακος συνωνυμα, μνησίκακος συνώνυμο, μνησίκακος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μνησίκακος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μνημονεύω στα ουκρανικά - згадати
- μνημόσυνο στα ουκρανικά - меморандуми, меморіал, мемориал
- μνησικακία στα ουκρανικά - незадоволення, образливий, ображений, обурений, скривджений, заздрість, невдоволення, ...
- μνηστήρας στα ουκρανικά - шанувальник, поклонник, залицяльник, прохач, заручена, обручена, заручено, ...
Τυχαίες λέξεις
Μνησίκακος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: каральний, захисти, ображений, скривджений, скривджена
Μεταφράσεις: каральний, захисти, ображений, скривджений, скривджена