Μοντέρνος στα ουκρανικά
Μετάφραση: μοντέρνος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
арбітри, сучасний, сучасна, сучасне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοντέρνος
μοντέρνος χορός βικιπαίδεια, μοντέρνος κήπος, μοντέρνος καναπές, μοντέρνος χώρος, μοντέρνος συνώνυμα, μοντέρνος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μοντέρνος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μονοπώλιο στα ουκρανικά - монополія, монополію
- μοντέλο στα ουκρανικά - краєвид, фасон, засіб, звичай, метод, мода, спосіб, ...
- μονόκλινος στα ουκρανικά - один, єдиний, поодинокий, одна, одне, одну, одного
- μονός στα ουκρανικά - єдиний, незайнятий, неврівноважений, поодинокий, випадковий, нерівний, додатковий, ...
Τυχαίες λέξεις
Μοντέρνος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: арбітри, сучасний, сучасна, сучасне
Μεταφράσεις: арбітри, сучасний, сучасна, сучасне