Μπουμπουνίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: μπουμπουνίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грюкіт, грім, гуркотати, грюкотіти, грюкання, грюкати, boumpounizo
Μπουμπουνίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπουμπουνίζω

μπουμπουνίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπουμπουνίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μπουκαπόρτα στα ουκρανικά - ґрати, заслінка, обдумувати, народжуватись, люк
  • μπουκιά στα ουκρανικά - хвалько, хвастун, оратор, ковток, глоток, горлянок
  • μπουμπούκι στα ουκρανικά - брунька, бутон, пуп'янок
  • μπουντρούμι στα ουκρανικά - темниця, в'язниця, Темница
Τυχαίες λέξεις
Μπουμπουνίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: грюкіт, грім, гуркотати, грюкотіти, грюкання, грюкати, boumpounizo