Νοίκι στα ουκρανικά

Μετάφραση: νοίκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
славетний, відомий, оренда, Аренда, прокат, здам
Νοίκι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοίκι

φόρος- ενοίκιο, νοίκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νοίκι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • νιφάδα στα ουκρανικά - лава, низка, бухта, низку, прошарок, верства, шар, ...
  • νιώθω στα ουκρανικά - відчуття, намацати, почувати, щупати, відчувати, почуватися, відчуватиме
  • νοημοσύνη στα ουκρανικά - оболонки, інтелект
  • νοητός στα ουκρανικά - мислимий, мислений
Τυχαίες λέξεις
Νοίκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: славетний, відомий, оренда, Аренда, прокат, здам