Νοίκι στα ιταλικά

Μετάφραση: νοίκι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affitto, noleggio, appigionare, noleggiare, affittare, in affitto
Νοίκι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοίκι

φόρος- ενοίκιο, νοίκι λεξικό γλώσσας ιταλικά, νοίκι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • νιφάδα στα ιταλικά - fiocco, fiocco di, flake, del fiocco, in scaglie
  • νιώθω στα ιταλικά - sentire, tastare, tatto, sensazione, provare, percepire, toccare, ...
  • νοημοσύνη στα ιταλικά - intelletto, intelligenza, intelligence, l'intelligenza, dell'intelligenza, di intelligence
  • νοητός στα ιταλικά - pensabile, pensabili, thinkable, immaginabile, concepibile
Τυχαίες λέξεις
Νοίκι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: affitto, noleggio, appigionare, noleggiare, affittare, in affitto