Ξεκουμπώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: ξεκουμπώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розстібати, відмінити, руйнувати, відкривати, розстібається
Ξεκουμπώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεκουμπώνω

ξεκουμπώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεκουμπώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ξεκαρδιστικός στα ουκρανικά - веселий, веселе, весела, веселу
  • ξεκινώ στα ουκρανικά - вирушати, жолобити, починатися, ініціали, підйоми, початок, почало, ...
  • ξεκουράζομαι στα ουκρανικά - розмотувати, чуйний, уразливий, чулий, розвивати, відповідний, дошкульний, ...
  • ξεκουραστικός στα ουκρανικά - ресторан, спокійний, спокійна, спокійне
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουμπώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розстібати, відмінити, руйнувати, відкривати, розстібається