Ξεκουμπώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ξεκουμπώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desfazer, subaquático, desatar, desafivelar, unbuckle, desabotoar
Ξεκουμπώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεκουμπώνω

ξεκουμπώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξεκουμπώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ξεκαρδιστικός στα πορτογαλικά - hilário, divertido, hilariante, divertida, hilarious
  • ξεκινώ στα πορτογαλικά - ir, instigar, inicial, iniciar, princípio, directamente, olhar, ...
  • ξεκουράζομαι στα πορτογαλικά - permanecer, descanso, descansar, restante, ficar, responsável, restar, ...
  • ξεκουραστικός στα πορτογαλικά - repousante, restful, tranqüilas, reparador, tranquilo
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουμπώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desfazer, subaquático, desatar, desafivelar, unbuckle, desabotoar