Ξεπροβάλλω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξεπροβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дебушіровать
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεπροβάλλω
ξεπροβάλλω ρημα, ξεπροβάλλω παρατατικόσ, προβάλλω κλίση, ξεπροβάλλω χρονοι, προσβάλλω αόριστος, ξεπροβάλλω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεπροβάλλω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξεπλένω στα ουκρανικά - місце, полоскання, нишпорити
- ξεπληρώνω στα ουκρανικά - репатріація, погашати, сплачувати, гасити, погашатиме, погашатимуть
- ξεραίνω στα ουκρανικά - сохнути, паліти, палити, висушувати, висушіть
- ξεριζώνω στα ουκρανικά - викорчуйте, викореніть, викорінювати, викорінюватимуть, виривати, викорінюватиме
Τυχαίες λέξεις
Ξεπροβάλλω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дебушіровать
Μεταφράσεις: дебушіровать