Συσκευαστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: συσκευαστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заготівник, шулер, пакувальник, упаковщик, пакувальни
Συσκευαστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκευαστής

συσκευαστής κενού αέρος, συσκευαστής αεροστεγούς φύλαξης, συσκευαστής αεροστεγούς, συσκευαστής τροφίμων, συσκευαστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συσκευαστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συσκευή στα ουκρανικά - пристосування, приймання, апарат, прилаштування, прилад, прибор, пристрій, ...
  • συσκευασία στα ουκρανικά - упакування, пакування, упаковка, пакет, пакету
  • συσπειρώνω στα ουκρανικά - котушка, катушка, котушки
  • συσσωμάτωμα στα ουκρανικά - збиратися, зібрати, збирати, агрегат, сукупність, сукупний, сукупного
Τυχαίες λέξεις
Συσκευαστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заготівник, шулер, пакувальник, упаковщик, пакувальни