Σύνδρομο στα ουκρανικά
Μετάφραση: σύνδρομο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
синдром
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνδρομο
σύνδρομο rett, σύνδρομο sjogren, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, σύνδρομο cushing, σύνδρομο αδαμαντιάδη-behcet, σύνδρομο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύνδρομο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σύνδεση στα ουκρανικά - зв'язок, підключення, з'єднання, під'єднання
- σύνδεσμος στα ουκρανικά - злука, злуку, поєднання, стікання, з'єднання, підйоми, посилання, ...
- σύνεση στα ουκρανικά - металічний, витривалий, твердий, жорсткий, міцний, обережність, обережності, ...
- σύνθεση στα ουκρανικά - злуку, побудова, компроміс, злука, вдачу, вдача, склад, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύνδρομο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: синдром
Μεταφράσεις: синдром