Τολμηρός στα ουκρανικά

Μετάφραση: τολμηρός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
смикання, небезпечний, ризиковий, заповзятливий, лихий, відважний, хвацький, хвацька, лихої
Τολμηρός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τολμηρός

τολμηρός χειροπρακτικός έγινε σταρ στο youtube χάρη στη διαφήμιση του (video), τολμηρός αγγλικά, τολμηρός στα αγγλικά, τολμηρός συνώνυμα, τολμηρός χειροπρακτικός έγινε σταρ στο youtube χάρη στη διαφήμισή του, τολμηρός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τολμηρός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τοκετός στα ουκρανικά - пологи, роди, пологів
  • τοκογλύφος στα ουκρανικά - багатий, грошовитий, лихвар, грошовий, кулак, ростовщик
  • τολμώ στα ουκρανικά - отвори, сміти, смій, зась, сметь
  • τολύπη στα ουκρανικά - родильний, лк, розшаровуватися, розшаровуватись, расслаіваться, розшаровуватиметься
Τυχαίες λέξεις
Τολμηρός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: смикання, небезпечний, ризиковий, заповзятливий, лихий, відважний, хвацький, хвацька, лихої