Τολμηρός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: τολμηρός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
растрчани, грандиозна, храбар, заслепувачкиот, елегантен
Τολμηρός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τολμηρός

τολμηρός χειροπρακτικός έγινε σταρ στο youtube χάρη στη διαφήμιση του (video), τολμηρός αγγλικά, τολμηρός στα αγγλικά, τολμηρός συνώνυμα, τολμηρός χειροπρακτικός έγινε σταρ στο youtube χάρη στη διαφήμισή του, τολμηρός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τολμηρός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • τοκετός στα σλαβομακεδονικά - породувањето, породување, раѓање, на породувањето, раѓањето
  • τοκογλύφος στα σλαβομακεδονικά - лихварски, лихвар, грабливецот лихварски
  • τολμώ στα σλαβομακεδονικά - осмелуваат, осмелувам, се осмелуваат, осмелил, осмели
  • τολύπη στα σλαβομακεδονικά - шушка, снегулка, снежинка, се шушка, снегулки
Τυχαίες λέξεις
Τολμηρός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: растрчани, грандиозна, храбар, заслепувачкиот, елегантен