Τσουβαλιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: τσουβαλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
в'язка, групувати, пучок, клунок, tsouvaliazo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσουβαλιάζω
τσουβαλιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τσουβαλιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τσιτώνω στα ουκρανικά - ціноутворення, вартість, tsitono
- τσιφλικάς στα ουκρανικά - поміщик, зброєносець, зброєноша, чоловік ніс, джура, його зброєноша
- τσουκνίδα στα ουκρανικά - кропива
- τσουλήθρα στα ουκρανικά - ковзання, слайд, ковзати, показу, показ
Τυχαίες λέξεις
Τσουβαλιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: в'язка, групувати, пучок, клунок, tsouvaliazo
Μεταφράσεις: в'язка, групувати, пучок, клунок, tsouvaliazo