Χείλος στα ουκρανικά
Μετάφραση: χείλος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
брівка, дуга, обріз, полі, край, поле, вістря, приведений, губа
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χείλος
άνω χείλοσ, χείλοσ προσβολήσ, ωλένιο χείλοσ, χείλος βικιλεξικο, piercing χείλοσ, χείλος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χείλος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- χαώδης στα ουκρανικά - безладний, хаотичний, плутанина
- χείλι στα ουκρανικά - леви, губа
- χείμαρρος στα ουκρανικά - струмінь, потік
- χείριστος στα ουκρανικά - культи, дуже погано, дуже зле
Τυχαίες λέξεις
Χείλος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: брівка, дуга, обріз, полі, край, поле, вістря, приведений, губа
Μεταφράσεις: брівка, дуга, обріз, полі, край, поле, вістря, приведений, губа