Αγροικία στα πολωνικά
Μετάφραση: αγροικία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zagroda, dom, gospodarstwo, wiejskiej, wiejski, dom wiejski
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγροικία
ρωμαϊκή αγροικία, αγροικία αλλαντικά, αγροικία φώτη, αγροικία lidl, αγροικία κοτόπουλα, αγροικία λεξικό γλώσσας πολωνικά, αγροικία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αγριοκοιτάζω στα πολωνικά - świecić, blichtr, błyszczeć, błyskać, jaśnieć, olśnienie, blask, ...
- αγροίκος στα πολωνικά - gbur, surowy, rubaszny, gruby, nieuprzejmy, niegrzeczny, gruboziarnisty, ...
- αγροτικός στα πολωνικά - sielski, wiejski, rolniczy, obszarów wiejskich, wiejskich, wiejskie, wiejskiej
- αγρόκτημα στα πολωνικά - zagroda, ferma, farma, gospodarować, folwark, gospodarstwo, rolnicze, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγροικία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zagroda, dom, gospodarstwo, wiejskiej, wiejski, dom wiejski
Μεταφράσεις: zagroda, dom, gospodarstwo, wiejskiej, wiejski, dom wiejski