Αγροικία στα φινλανδικά
Μετάφραση: αγροικία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
maatalo, maalaistalo, pirtti, talo, maalaistalossa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγροικία
ρωμαϊκή αγροικία, αγροικία αλλαντικά, αγροικία φώτη, αγροικία lidl, αγροικία κοτόπουλα, αγροικία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αγροικία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αγριοκοιτάζω στα φινλανδικά - kuulto, mulkoilla, kuultaa, pällistellä, paiste, tuijottaa, häikäisyä, ...
- αγροίκος στα φινλανδικά - hiomaton, töykeä, pahatapainen, jalostamaton, törkeä, tyly, kolea, ...
- αγροτικός στα φινλανδικά - maalainen, maaseudun, Rural, maaseudulla, maaseutu, maaseutualueiden
- αγρόκτημα στα φινλανδικά - maatalo, vuokrasopimus, korottaa, nostaa, kasvattaa, tila, farmi, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγροικία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: maatalo, maalaistalo, pirtti, talo, maalaistalossa
Μεταφράσεις: maatalo, maalaistalo, pirtti, talo, maalaistalossa