Αποβολή στα πολωνικά

Μετάφραση: αποβολή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wygnanie, eksmisja, wypędzenie, poronienie, pomyłka, wydalanie, wydalenie, chybić, usuwanie, przerwanie ciąży, aborcja, aborcji, aborcję
Αποβολή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποβολή

αποβολή από τη νομή, αποβολή στον 1ο μήνα, αποβολή από το μίσθιο, αποβολή εταίρου, αποβολή στο ντιτρόιτ, αποβολή λεξικό γλώσσας πολωνικά, αποβολή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αποβλέπω στα πολωνικά - dążyć, mierzyć, kierować, cel, skierować, celować, cele, ...
  • αποβλακώνω στα πολωνικά - ogłupić, zdumiewać, udaremnić, ośmieszać, oszołomić, udaremniać, ogłupiać, ...
  • απογοήτευση στα πολωνικά - zawód, odczarowanie, rozczarowanie, rozczarowaniem, dużym rozczarowaniem, disappointment
  • απογοητεύω στα πολωνικά - udaremnić, rozchwiać, sfrustrować, udaremniać, zawieść, zawodzić, krzyżować, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποβολή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wygnanie, eksmisja, wypędzenie, poronienie, pomyłka, wydalanie, wydalenie, chybić, usuwanie, przerwanie ciąży, aborcja, aborcji, aborcję