Αποβολή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποβολή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aborto, o aborto, abortamento, do aborto, abortos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβολή
αποβολή από τη νομή, αποβολή στον 1ο μήνα, αποβολή από το μίσθιο, αποβολή εταίρου, αποβολή στο ντιτρόιτ, αποβολή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποβολή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποβλέπω στα πορτογαλικά - mirar, tender, fim, apontar, alvo, intenção, objetivos, ...
- αποβλακώνω στα πορτογαλικά - abismar, atordoar, estupefazer, stupefy, Estupefaça, estupidificar
- απογοήτευση στα πορτογαλικά - decepcione, desapontamento, decepcionar, decepção, desapontamentos, desilusão, decepções
- απογοητεύω στα πορτογαλικά - decepcionar, frustrar, desapareça, aguar, frustre, fruta, desaparecer, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποβολή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: aborto, o aborto, abortamento, do aborto, abortos
Μεταφράσεις: aborto, o aborto, abortamento, do aborto, abortos