Βόμβα στα πολωνικά
Μετάφραση: βόμβα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bombardować, bomba, pocisk, zbombardować, bomb, bomby, bombę, bombą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βόμβα
βόμβα τράπεζα, βόμβα μουσείο ακρόπολης, βόμβα κασιδιάρη, βόμβα ιτέα, βόμβα στο μουσείο της ακρόπολης, βόμβα λεξικό γλώσσας πολωνικά, βόμβα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βωμός στα πολωνικά - rzeźba, rzeźbiarstwo, ołtarz, ołtarza, ołtarzu, ołtarzem, altar
- βόλτα στα πολωνικά - podróż, przejazd, jeździć, kurs, jazda, jechać, przejażdżka, ...
- βόρβορος στα πολωνικά - lichota, paskudztwo, nawóz, borowina, bagno, nanos, błoto, ...
- βόρειος στα πολωνικά - północny, północ, na północ, na północny, północno
Τυχαίες λέξεις
Βόμβα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: bombardować, bomba, pocisk, zbombardować, bomb, bomby, bombę, bombą
Μεταφράσεις: bombardować, bomba, pocisk, zbombardować, bomb, bomby, bombę, bombą