Διαλέγω στα πολωνικά

Μετάφραση: διαλέγω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
doborowy, wybrać, zaznaczyć, wytypować, wybierać, selekcjonować, decydować, woleć, obierać, dobrać, wybierz, wyboru
Διαλέγω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαλέγω

διαλέγω μαθαίνω επιλέγω επιμένω lyrics, συνώνυμα επιλέγω, διαλέγω βικιλεξικο, διαλέγω επάγγελμα, διαλέγω λεξικό γλώσσας πολωνικά, διαλέγω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διακόρευση στα πολωνικά - defloracja, diakorefsi
  • διακύμανση στα πολωνικά - fluktuacja, falowanie, wahanie, wahania, wahań, fluktuacji
  • διαλαλώ στα πολωνικά - obwieszczać, proklamować, ogłaszać, zakazywać, trąbić, obwieścić, grzmieć, ...
  • διαλανθάνω στα πολωνικά - unikać, zwodzić, umykać, wymijać, uciekać, na mieliźnie, opuszczony, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαλέγω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: doborowy, wybrać, zaznaczyć, wytypować, wybierać, selekcjonować, decydować, woleć, obierać, dobrać, wybierz, wyboru