Διαλέγω στα τσεχικά
Μετάφραση: διαλέγω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zvolit, rozhodnout, volit, vybrat, zvolte, Výběr, vyberte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλέγω
διαλέγω μαθαίνω επιλέγω επιμένω lyrics, συνώνυμα επιλέγω, διαλέγω βικιλεξικο, διαλέγω επάγγελμα, διαλέγω λεξικό γλώσσας τσεχικά, διαλέγω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διακόρευση στα τσεχικά - deflorace, diakorefsi
- διακύμανση στα τσεχικά - váhání, výkyv, kolísání, fluktuace, výkyvy, fluktuační
- διαλαλώ στα τσεχικά - provolat, hlásat, prohlásit, rozhlásit, prozrazovat, vyhlásit, ječet, ...
- διαλανθάνω στα τσεχικά - uniknout, uhnout, obejít, unikat, pletl, lankový, lanko, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαλέγω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zvolit, rozhodnout, volit, vybrat, zvolte, Výběr, vyberte
Μεταφράσεις: zvolit, rozhodnout, volit, vybrat, zvolte, Výběr, vyberte