Ελικόπτερο στα πολωνικά

Μετάφραση: ελικόπτερο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
strzecha, tasak, rębak, rębarka, siekacz, śmigłowiec, topór, helikopter, śmigłowca, helikoptera, helicopter
Ελικόπτερο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελικόπτερο

ελικόπτερο τηλεκατευθυνόμενο, ελικόπτερο βικιπαίδεια, ελικόπτερο με κάμερα, ελικόπτερο απάτσι, ελικόπτερο ενοικίαση, ελικόπτερο λεξικό γλώσσας πολωνικά, ελικόπτερο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ελιγμός στα πολωνικά - manewr, manewrować, posunięcie, ruch, manewru, manewrem
  • ελικοειδής στα πολωνικά - kręty, spiralny, ślimakowaty, spirala, zwojowy, śrubowaty, śrubowy, ...
  • ελκυστικός στα πολωνικά - ponętny, powabny, atrakcyjny, apetyczny, dogodny, pociągający, atrakcyjne, ...
  • ελλειπτικός στα πολωνικά - defektowy, niepełnowartościowy, wadliwie, wadliwy, ułomny, eliptyczny, eliptyczne, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελικόπτερο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: strzecha, tasak, rębak, rębarka, siekacz, śmigłowiec, topór, helikopter, śmigłowca, helikoptera, helicopter