Naglący στα ελληνικά

Μετάφραση: naglący, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσποτικός, άμεσος, επείγων, επιτακτικός, αυταρχικός, αλαζονικός, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
Naglący στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • administracyjny στα ελληνικά - διαχειριστικός, διοικητικός, διοικητικές, διοικητικών, διοικητική, διοικητικής
  • beatyfikować στα ελληνικά - μακαρίζω
  • czary στα ελληνικά - μαγικός, μαγεία, μαγείας, witchcraft, τη μαγεία, η μαγεία
  • idylla στα ελληνικά - ειδύλλιο, Idyll, ειδυλλίου, ειδυλλιακή, ειδύλλιο του
Τυχαίες λέξεις
Naglący στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσποτικός, άμεσος, επείγων, επιτακτικός, αυταρχικός, αλαζονικός, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως