Επιτρεπτός στα πολωνικά

Μετάφραση: επιτρεπτός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dopuszczalny, dopuszczalna, dopuszczalne, dopuszczalnego, dozwolona
Επιτρεπτός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτρεπτός

επιτρεπτός λεξικό γλώσσας πολωνικά, επιτρεπτός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • επιτομή στα πολωνικά - uosobienie, skrót, wzór, streszczenie, kompendium, ucieleśnienie, typowy przykład, ...
  • επιτρέπω στα πολωνικά - uznawać, umożliwić, uzdolnić, uwzględniać, dawać, zezwolenie, pozwalać, ...
  • επιτροπή στα πολωνικά - sąd, trybunał, komisja, zarząd, komitet, Komitetu, komisji, ...
  • επιτυγχάνω στα πολωνικά - zdobywać, dosięgać, uzyskać, następować, doskonalić, przybywać, zdobyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιτρεπτός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dopuszczalny, dopuszczalna, dopuszczalne, dopuszczalnego, dozwolona