Ζεύξη στα πολωνικά

Μετάφραση: ζεύξη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zawikłać, siatka, zazębienie, uwikłać, oczko, sprzęgło, sprzężenie, łącznik, połączenie, sprzęganie
Ζεύξη στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζεύξη

ζεύξη θερμαϊκού, ζεύξη περάματος-σαλαμίνας, ζεύξη σαλαμίνας, ζεύξη ρίου αντιρρίου, ζεύξη αε, ζεύξη λεξικό γλώσσας πολωνικά, ζεύξη στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ζευγάς στα πολωνικά - oracz, para, parę, pary, pair, parą
  • ζευγαρώνω στα πολωνικά - pomocnik, mat, kolega, kumpel, małżonek, oficer, towarzysz, ...
  • ζεύω στα πολωνικά - ujarzmić, ujarzmiać, zefo
  • ζηλεύω στα πολωνικά - zawiść, pozazdrościć, zazdroszczenie, żółtaczka, zazdrościć, zazdrość, obiektem zazdrości całej rzeszy
Τυχαίες λέξεις
Ζεύξη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zawikłać, siatka, zazębienie, uwikłać, oczko, sprzęgło, sprzężenie, łącznik, połączenie, sprzęganie