Ζυγίζω στα πολωνικά
Μετάφραση: ζυγίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ciążyć, zważyć, odważyć, waga, rozważać, ważyć, ważą, waży, ważenia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ζυγίζω
ζυγίζω αγγλικά, ζυγίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, ζυγίζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ζοφερός στα πολωνικά - posępny, mroczny, grobowy, szary, drętwy, ponury, straszny, ...
- ζούγκλα στα πολωνικά - zimnica, gąszcz, dżungla, puszcza, dżungli, jungle, jungla, ...
- ζυγαριά στα πολωνικά - zrównoważenie, kompromis, bilans, balansować, równowaga, wyważenie, balans, ...
- ζυγιάζω στα πολωνικά - rozmyślać, rozpamiętywać, przemyśliwać, namyślać, waga, zastanawiać, rozważać, ...
Τυχαίες λέξεις
Ζυγίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ciążyć, zważyć, odważyć, waga, rozważać, ważyć, ważą, waży, ważenia
Μεταφράσεις: ciążyć, zważyć, odważyć, waga, rozważać, ważyć, ważą, waży, ważenia