Καρδάρα στα πολωνικά
Μετάφραση: καρδάρα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kłębić, mieszać, maślnica, kierzanka, maselnica, kipieć, churn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρδάρα
καρδάρα γάλα, καρδάρα με το γάλα, καρδάρα λεξικό γλώσσας πολωνικά, καρδάρα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- καραούλι στα πολωνικά - warta, placówka, wartownik, czujka, posterunek, osłona, straż, ...
- καραφλός στα πολωνικά - bezlistny, jawny, łysy, Bald, łysa, ysy
- καρδαμώνω στα πολωνικά - utrwalać, umocnić, zacieśnić, umacniać, pokrzepiać, krzepić, fortyfikować, ...
- καρδιά στα πολωνικά - męstwo, rdzeń, kardiolog, serce, sedno, głąb, serca, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρδάρα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kłębić, mieszać, maślnica, kierzanka, maselnica, kipieć, churn
Μεταφράσεις: kłębić, mieszać, maślnica, kierzanka, maselnica, kipieć, churn