Κατοικήσιμος στα πολωνικά

Μετάφραση: κατοικήσιμος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mieszkalny, Habitable, zamieszkania, do zamieszkania, mieszkalne
Κατοικήσιμος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατοικήσιμος

κατοικήσιμος πλανήτης, κατοικήσιμος λεξικό γλώσσας πολωνικά, κατοικήσιμος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κατηγορώ στα πολωνικά - utrzymywać, twierdzić, przytaczać, zakładać, przypuszczać, oskarżyć, obwiniać, ...
  • κατηφορίζω στα πολωνικά - spadzistość, krzywizna, skłonność, stok, nachylać, opadać, nachylenie, ...
  • κατοικία στα πολωνικά - dom, mieszkanie, siedziba, rezydencja, zamieszkanie, zamieszkiwanie, pobyt, ...
  • κατοικίδιος στα πολωνικά - służąca, domowy, krajowy, wewnętrzny, bytowy, udomowiony, oswojony, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατοικήσιμος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: mieszkalny, Habitable, zamieszkania, do zamieszkania, mieszkalne