Κορίτσι στα πολωνικά

Μετάφραση: κορίτσι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dziewucha, dziewica, panna, dziewczyna, dziewczynka, panienka, buzia, dziewczyny, dziewczyną
Κορίτσι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορίτσι

κορίτσι πράμα, κορίτσι της κνε, κορίτσι για σπίτι, κορίτσι ή αγόρι, κορίτσι με τα παντελόνια στίχοι, κορίτσι λεξικό γλώσσας πολωνικά, κορίτσι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κοπριά στα πολωνικά - błoto, nawozić, gnojenie, nawóz, łajno, kał, lichota, ...
  • κοράλλι στα πολωνικά - koral, koralowy, koralowiec, coral, rafa, koralowców
  • κορδέλα στα πολωνικά - taśma, splotka, wstęga, tasiemka, baretka, wstążka, ribbon
  • κορδόνι στα πολωνικά - postronek, sąg, szpagat, przewód, kord, kordonek, struna, ...
Τυχαίες λέξεις
Κορίτσι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dziewucha, dziewica, panna, dziewczyna, dziewczynka, panienka, buzia, dziewczyny, dziewczyną