Κορίτσι στα ολλανδικά

Μετάφραση: κορίτσι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dochter, meisje, meid, juffrouw, meisje van, Het meisje, Het meisje van
Κορίτσι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορίτσι

κορίτσι πράμα, κορίτσι της κνε, κορίτσι για σπίτι, κορίτσι ή αγόρι, κορίτσι με τα παντελόνια στίχοι, κορίτσι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κορίτσι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κοπριά στα ολλανδικά - keutel, slib, modder, drek, slik, drol, mest, ...
  • κοράλλι στα ολλανδικά - koralen, koraal, Coral, het koraal, koraalrif
  • κορδέλα στα ολλανδικά - band, medaille, penning, lint, lint van, ribbon, het lint
  • κορδόνι στα ολλανδικά - snaar, stemband, snoer, koorde, koord, netsnoer, stopcontact, ...
Τυχαίες λέξεις
Κορίτσι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dochter, meisje, meid, juffrouw, meisje van, Het meisje, Het meisje van