Κορίτσι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κορίτσι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
moça, rapariga, garota, brânquia, menina, da menina
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορίτσι
κορίτσι πράμα, κορίτσι της κνε, κορίτσι για σπίτι, κορίτσι ή αγόρι, κορίτσι με τα παντελόνια στίχοι, κορίτσι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κορίτσι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κοπριά στα πορτογαλικά - esterco, lamas, adubos, estrume, adubo, de estrume, o estrume
- κοράλλι στα πορτογαλικά - corais, coral, de coral, de corais, coral de
- κορδέλα στα πορτογαλικά - fita, medalha, faixa, banda, costela, reforço, tira, ...
- κορδόνι στα πορτογαλικά - cabo, corda, cordão, cabo de, fio
Τυχαίες λέξεις
Κορίτσι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: moça, rapariga, garota, brânquia, menina, da menina
Μεταφράσεις: moça, rapariga, garota, brânquia, menina, da menina