Κωμωδία στα πολωνικά
Μετάφραση: κωμωδία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
komedia, komizm, komediopisarz, komedie, komedii, komedię
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωμωδία
κωμωδία του αριστοφάνη, κωμωδία ετυμολογία, κωμωδία αριστοφάνη, κωμωδία 2014, κωμωδία χαρακτήρων, κωμωδία λεξικό γλώσσας πολωνικά, κωμωδία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κωλυσιεργώ στα πολωνικά - utrudnić, zasłaniać, przeszkadzać, zagradzać, zatamować, powstrzymywać, hamować, ...
- κωμικός στα πολωνικά - humorystyczny, dziwny, zabawny, śmieszny, wesoły, pocieszny, komiks, ...
- κωνικός στα πολωνικά - stożkowaty, stożkowy, stożkowe, stożkowa, stożkowej
- κωνοφόρος στα πολωνικά - szpilkowy, iglasty, coniferous, iglaste, iglastych, iglastego
Τυχαίες λέξεις
Κωμωδία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: komedia, komizm, komediopisarz, komedie, komedii, komedię
Μεταφράσεις: komedia, komizm, komediopisarz, komedie, komedii, komedię