Λογοτεχνία στα πολωνικά

Μετάφραση: λογοτεχνία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
literaturoznawstwo, piśmiennictwo, literatura, literatury, literaturze, literaturę, Literature
Λογοτεχνία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λογοτεχνία

λογοτεχνία και πόλεις, λογοτεχνία για εφήβους, λογοτεχνία κατεύθυνσης, λογοτεχνία α λυκείου, λογοτεχνία γ γυμν, λογοτεχνία λεξικό γλώσσας πολωνικά, λογοτεχνία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • λογοκριτής στα πολωνικά - cenzor, cenzurować, ocenzurować, cenzorem, cenzora, cenzura
  • λογομαχία στα πολωνικά - wymieniać, wymienienie, debata, zamiana, wymieniacz, wywód, giełda, ...
  • λογοτεχνικός στα πολωνικά - literacki, pisarski, literackie, literacka, literackim, literackiej
  • λογχοφόρος στα πολωνικά - ułan, lansjer, zawód, lancer, Lancera
Τυχαίες λέξεις
Λογοτεχνία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: literaturoznawstwo, piśmiennictwo, literatura, literatury, literaturze, literaturę, Literature