Πειθήνιος στα πολωνικά
Μετάφραση: πειθήνιος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łagodny, skromny, potulny, pojętny, posłuszny, uległy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειθήνιος
πειθήνιος σημαίνει, πειθήνιος προταση, πειθήνιος βικιλεξικο, πειθήνιος ετυμολογία, πειθήνιος λεξικό γλώσσας πολωνικά, πειθήνιος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πεθάνω στα πολωνικά - tłocznik, ciągadło, ginąć, zamierać, zemrzeć, skonać, kokila, ...
- πεθαμένος στα πολωνικά - martwe, nieboszczyk, głuchy, martwienie, martwy, nieruchomy, pewny, ...
- πειθαναγκάζω στα πολωνικά - przymuszać, przymusić, wymuszać, zmuszać, zmusić, zniewalać, przymuszany, ...
- πειθαρχία στα πολωνικά - zdyscyplinować, subordynacja, karać, rygor, kontrolować, dziedzina, karność, ...
Τυχαίες λέξεις
Πειθήνιος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: łagodny, skromny, potulny, pojętny, posłuszny, uległy
Μεταφράσεις: łagodny, skromny, potulny, pojętny, posłuszny, uległy