Σκώμμα στα πολωνικά

Μετάφραση: σκώμμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kpić, przymówka, drwić, docinek, przycinek, kpina, rzucać, szaleństwo, rzut, ciskać, rozsiewać
Σκώμμα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκώμμα

σκώμμα ετυμολογια, σκώμμα συνωνυμο, σκώμμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκώμμα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σκύλα στα πολωνικά - wydra, suczka, suka, kobieta, dziwka, suką, suko
  • σκύλος στα πολωνικά - pies, zapadka, ścigać, zderzak, tropić, zabierak, ogar, ...
  • σκώρος στα πολωνικά - mól, ćma, moth, ćmy, mole
  • σμάλτο στα πολωνικά - emaliowanie, polewać, emaliować, szkliwo, emalia, lakier, szkliwa, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκώμμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kpić, przymówka, drwić, docinek, przycinek, kpina, rzucać, szaleństwo, rzut, ciskać, rozsiewać