Τέρψη στα πολωνικά
Μετάφραση: τέρψη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
werwa, zapał, rozkosz, radość, zachwyt, zachwycać, rozkoszą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τέρψη
τέρψη πάτρα, τέρψη σκόπελος, τέρψη κόρπα, τέρψη φλώρινα, τέρψη σαντορίνη, τέρψη λεξικό γλώσσας πολωνικά, τέρψη στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τέρας στα πολωνικά - poczwara, maszkara, szkarada, dziwoląg, potwór, monstrum, pokraka, ...
- τέρμα στα πολωνικά - koniec, autobus, zakończenie, końcówka, końca, końcowy
- τέσσερα στα πολωνικά - czwarta, cztery, czterech, czterysta, czterema, czwórka
- τέσσερις στα πολωνικά - czwarta, cztery, czterech, czterysta, czterema, czwórka
Τυχαίες λέξεις
Τέρψη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: werwa, zapał, rozkosz, radość, zachwyt, zachwycać, rozkoszą
Μεταφράσεις: werwa, zapał, rozkosz, radość, zachwyt, zachwycać, rozkoszą