Τσιμπιδάκι στα πολωνικά

Μετάφραση: τσιμπιδάκι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szpilka, hairgrip
Τσιμπιδάκι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιμπιδάκι

ηλεκτρικό τσιμπιδάκι, τσιμπιδάκι για τσιμπούρια, τσιμπιδάκι ριζικής αποτρίχωσης, τσιμπιδάκι φρυδιών, τσιμπιδάκι λεξικό γλώσσας πολωνικά, τσιμπιδάκι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τσιμέντο στα πολωνικά - cementować, cement, spajać, utwierdzać, umacniać, cementowy, cementu, ...
  • τσιμπίδα στα πολωνικά - obcęgi, kleszcze, cęgi, obcążki, szczypce, nippers, szczypce do, ...
  • τσιμπολόγημα στα πολωνικά - obgryzać, ogryzać, półbajt, dziobanie, skubać, nadgryzać, gryźć, ...
  • τσιμπώ στα πολωνικά - przyciśnięcie, zaciśnięcie, żądło, uszczypnięcie, niszczyć, dogryzać, pieczenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιμπιδάκι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szpilka, hairgrip