Αγωνία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αγωνία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acabrunhar, distrair, angústia, agonia, transe, angustiar, afligir, ânsia, a agonia, agony, aflição
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγωνία
αγωνία με λαχτάρα στίχοι, αγωνία συνώνυμα, αγωνία παιχνίδι, αγωνία και έκσταση, αγωνία βοσκόπουλος, αγωνία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγωνία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αγωγή στα πορτογαλικά - acácio, acção, façanha, actividade, tratamento, de tratamento, o tratamento, ...
- αγωγός στα πορτογαλικά - canal, tubo, conduta, duto, ducto
- αγωνίζομαι στα πορτογαλικά - luta, combate, batalha, pelejar, conflitos, conflito, brigar, ...
- αγωνιστής στα πορτογαλικά - lutador, combatente, caça, lutador do, lutador de
Τυχαίες λέξεις
Αγωνία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: acabrunhar, distrair, angústia, agonia, transe, angustiar, afligir, ânsia, a agonia, agony, aflição
Μεταφράσεις: acabrunhar, distrair, angústia, agonia, transe, angustiar, afligir, ânsia, a agonia, agony, aflição