Αναπληρωματικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αναπληρωματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
substantivo, substituto, substituir, substractional
Αναπληρωματικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπληρωματικός

αναπληρωματικός δικαστικός αντιπρόσωπος 2014, αναπληρωματικόσ βανδή, αναπληρωματικόσ αγγλικα, αναπληρωματικός δέσποινα βανδή lyrics, αναπληρωματικός στίχοι, αναπληρωματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναπληρωματικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αναπηδώ στα πορτογαλικά - difundir, mola, corda, nascente, debruçar, salto, abrir, ...
  • αναπηρία στα πορτογαλικά - incapacidade, inaptidão, inabilidade, deficiência, invalidez
  • αναπληρωτής στα πορτογαλικά - secundário, anexo, acessório, deputado, vice, adjunto, suplente
  • αναπληρώ στα πορτογαλικά - deputar, substituí, deputize, coadjuvar, agir como deputado
Τυχαίες λέξεις
Αναπληρωματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: substantivo, substituto, substituir, substractional