Απέλαση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απέλαση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
expulsão, afastamento, a expulsão, de expulsão, de afastamento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απέλαση
απέλαση αλβανού μαθητή, απέλαση αλβανού δημοσιογράφου, απέλαση κοινοτικού υπηκόου, απέλαση αλλοδαπού αντιρρήσεισ, απέλαση λαθρομεταναστών, απέλαση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απέλαση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απάρνηση στα πορτογαλικά - repúdio, rejeição, denúncia, repudiação, o repúdio
- απάτη στα πορτογαλικά - deteriorar, fraude, a fraude, fraudes, de fraude, da fraude
- απέναντι στα πορτογαλικά - oposto, em frente, contrário, frente, oposta
- απέραντος στα πορτογαλικά - extenso, imenso, vasto, enorme, amplo, vaso, espaçoso, ...
Τυχαίες λέξεις
Απέλαση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: expulsão, afastamento, a expulsão, de expulsão, de afastamento
Μεταφράσεις: expulsão, afastamento, a expulsão, de expulsão, de afastamento