Aclarar στα ελληνικά

Μετάφραση: aclarar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσαφηνίζω, ελευθερώνω, διαφεύγω, εξήγηση, διασαφηνίζω, διευκρινίζω, διαυγής, έκδηλος, εναργής, διαλανθάνω, ξεκαθαρίσουν, ξεκαθαρίσω, ξεκαθαρίσει, ξεκαθαρίσουμε, να ξεκαθαρίσει
Aclarar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acirrar στα ελληνικά - ροπή, τάση, παρακινώ, intensify
  • aclamar στα ελληνικά - επικροτώ, επιδοκιμάζω, επευφημώ, αναγνώριση, acclaim, επευφημίες
  • aclimatar στα ελληνικά - εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί
  • aclimate στα ελληνικά - εγκλιματίζομαι, εκλιματίζω, acclimate, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί, εγκλιματισθούν
Τυχαίες λέξεις
Aclarar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσαφηνίζω, ελευθερώνω, διαφεύγω, εξήγηση, διασαφηνίζω, διευκρινίζω, διαυγής, έκδηλος, εναργής, διαλανθάνω, ξεκαθαρίσουν, ξεκαθαρίσω, ξεκαθαρίσει, ξεκαθαρίσουμε, να ξεκαθαρίσει