Απότομος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απότομος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despontar, aço, escarpado, obtuso, íngreme, brusco, curto, breve, conciso, Curt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απότομος
απότομος αγγλικά, απότομος ελιγμός αναστάτωσε τους επιβάτες του «festos palace», απότομος βράχος, απότομος συνώνυμα, απότομος συνώνυμο, απότομος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απότομος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απόστολος στα πορτογαλικά - apóstolo, Apostle
- απότομα στα πορτογαλικά - bruscamente, abruptamente, repente, de repente, abrupta
- απόφαση στα πορτογαλικά - decisão, decifrar, decifração, decisões, de decisão, decisão de, de decisões
- απόφθεγμα στα πορτογαλικά - máxima, Maxim, máximo, máxima de, lema
Τυχαίες λέξεις
Απότομος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: despontar, aço, escarpado, obtuso, íngreme, brusco, curto, breve, conciso, Curt
Μεταφράσεις: despontar, aço, escarpado, obtuso, íngreme, brusco, curto, breve, conciso, Curt