Ασύμμετρος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ασύμμετρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
incomensurável, incomensuráveis, desproporcional, incommensurate, condizent e
Ασύμμετρος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύμμετρος

ασύμμετρος αριθμός, ασύμμετρος συνωνυμο, ασύμμετρος συνώνυμα, ασύμμετρος πόλεμος, ασύμμετρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ασύμμετρος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ασύγχρονος στα πορτογαλικά - assíncrono, assíncrona, assíncronas, assíncronos, asynchronous
  • ασύλληπτος στα πορτογαλικά - fino, arguto, uncaught, não capturada, não detectado, não capturado, não detectada
  • ασύμπτωτο στα πορτογαλικά - assimptota, assíntota, asymptote, assintota, assímptota
  • ασύρματο στα πορτογαλικά - rádio, sem fio, wireless, sem fios, fio, sem fio de
Τυχαίες λέξεις
Ασύμμετρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: incomensurável, incomensuráveis, desproporcional, incommensurate, condizent e