Ασύμμετρος στα εσθονικά

Μετάφραση: ασύμμετρος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
asümmeetriline, ühildamatut, ole võrreldavad
Ασύμμετρος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύμμετρος

ασύμμετρος αριθμός, ασύμμετρος συνωνυμο, ασύμμετρος συνώνυμα, ασύμμετρος πόλεμος, ασύμμετρος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ασύμμετρος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ασύγχρονος στα εσθονικά - asünkroonne, asünkroonse, asünkroonsed, asünkroonset, asünkroonsete
  • ασύλληπτος στα εσθονικά - tabamatu, hoomamatu, kirjeldamatu, aasta kasutamata
  • ασύμπτωτο στα εσθονικά - asümptoot, asymptote, asümptoodide, asümptootiliselt
  • ασύρματο στα εσθονικά - köietantsija, Wireless, Traadita, Kiire traadiga, juhtmeta, Juhtmevaba
Τυχαίες λέξεις
Ασύμμετρος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: asümmeetriline, ühildamatut, ole võrreldavad