Ατομικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ατομικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
individualmente, individual, individuais
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικά
ατομικά βάρη, ατομικά παιχνίδια, ατομικά γλυκάκια, ατομικά πιτσάκια, ατομικά αθλήματα, ατομικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ατομικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ατμόσφαιρα στα πορτογαλικά - nota, tonelada, atmosfera, melodia, matiz, sonância, apontamento, ...
- ατολμία στα πορτογαλικά - desconfiança, acanhamento, timidez, diffidence, desconfianças
- ατομικισμός στα πορτογαλικά - individualismo, o individualismo, do individualismo
- ατομικός στα πορτογαλικά - nuclear, indivíduo, personagem, pessoa, sujeito, pessoal, indiferente, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατομικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: individualmente, individual, individuais
Μεταφράσεις: individualmente, individual, individuais