Διαίρεση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διαίρεση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
divisão, divisão de, repartição, a divisão, de divisão
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαίρεση
διαίρεση μέτρησης, διαίρεση κλάσματος με κλάσμα, διαίρεση β δημοτικού, διαίρεση με το μηδέν, διαίρεση στο excel, διαίρεση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαίρεση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διίσταμαι στα πορτογαλικά - divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar
- δια στα πορτογαλικά - por, pelo, pela, pelos, em
- διαβάζω στα πορτογαλικά - ler, lido, leia, leitura, li
- διαβήτης στα πορτογαλικά - diabetes, diabete, o diabetes, a diabetes, do diabetes
Τυχαίες λέξεις
Διαίρεση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: divisão, divisão de, repartição, a divisão, de divisão
Μεταφράσεις: divisão, divisão de, repartição, a divisão, de divisão