Διαίρεση στα τούρκικα
Μετάφραση: διαίρεση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bölüm, daire, bölünme, kısım, bölümü, Küme Bu, bölme, bölünmesi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαίρεση
διαίρεση μέτρησης, διαίρεση κλάσματος με κλάσμα, διαίρεση β δημοτικού, διαίρεση με το μηδέν, διαίρεση στο excel, διαίρεση λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαίρεση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διίσταμαι στα τούρκικα - sapmak, farklılaşmaya, ıraksayan, ıraksar, diverge
- δια στα τούρκικα - tarafından, ile, göre, nickli, edenler tarafından
- διαβάζω στα τούρκικα - okumak, okuyun, devamını oku, okuyunuz, okuyabilir
- διαβήτης στα τούρκικα - diyabet, diabetes, şeker hastalığı, diyabetes, diyabetin
Τυχαίες λέξεις
Διαίρεση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bölüm, daire, bölünme, kısım, bölümü, Küme Bu, bölme, bölünmesi
Μεταφράσεις: bölüm, daire, bölünme, kısım, bölümü, Küme Bu, bölme, bölünmesi