Δύτης στα πορτογαλικά

Μετάφραση: δύτης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mergulho, mergulhar, mergulhador, diver, do mergulhador, mergulhador de
Δύτης στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δύτης

παππούς δύτης, δύτης sea diamond, δύτης ήρθε αντιμέτωπος με μια τρομακτική έκπληξη, δύτης βόθρων, επαγγελματίασ δύτησ, δύτης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δύτης στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • δύστροπος στα πορτογαλικά - rabugento, de mau gênio, shrewish, rabugenta, megera
  • δύσχρηστος στα πορτογαλικά - intratável, intratáveis, insolúvel, refratária, intractable
  • δώδεκα στα πορτογαλικά - doze, de doze, doze anos
  • δώρο στα πορτογαλικά - assinalar, dar, presença, actual, mostrar, gigante, dádiva, ...
Τυχαίες λέξεις
Δύτης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mergulho, mergulhar, mergulhador, diver, do mergulhador, mergulhador de